Μυκηναϊκός πολιτισμός
Ο μυκηναϊκός πολιτισμός πήρε το όνομα τους από τις Μυκήνες, το μικρό βραχώδη λόφο που βρίσκεται στην αργολική γη, ανάμεσα στο λόφο του Προφήτη Ηλία (805μ.) βόρεια και της Σάρας (660μ.) στο νότο, στη βορειοανατολική Πελοπόννησο.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ιδρυτής των Μυκηνών ήταν ο Περσέας, γιος του Δία και της Δανάης. Ο Χ.Τσούντας. ανασκαφέας των Μυκηνών, είχε επισημάνει ότι έξω από την ακρόπολη είχε βρεθεί επιγραφή που που μαρτυρεί την ύπαρξη ιερού, αφιερωμένου στον Περσέα.
Ο μυκηναϊκός πολιτισμός επέδρασε στον ευρύτερο χώρο της λεκάνης της Μεσογείου από το 1600 π.Χ. περίπου μέχρι και τo 1100 π.Χ. (οριστική κατάρρευση των ακροπόλεων). Το γεγονός αυτό οφείλεται στη σημαντική γεωγραφική θέση των Μυκηνών, καθώς συνέδεε την Κόρινθο και τον κόλπο της Αργολίδας, και έτσι έκανε εφικτή την πρόσβαση στο Αιγαίο.
Η πρώτη εγκατάσταση στις Μυκήνες τοποθετείται στους νεολιθικούς χρόνους. Το 2000 π.Χ., με την εγκατάσταση των πρώτων ελληνικών φύλων, ο πληθυσμός αυξήθηκε θεαματικά, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα.
Τα σημαντικότερα μυκηναϊκά κέντρα βρίσκονταν στην κεντρική και στη νότια ηπειρωτική Ελλάδα, και, εκτός απο τις Μυκήνες, ήταν η Τίρυνθα, η Πύλος, η Βοιωτία ο Ορχομενός και η Ιωλκός.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ
Οι περισσότερες μυκηναϊκές ακροπόλεις είχαν σχεδόν απροσπέλαστη οχύρωση, η οποία αποκαλείται κυκλώπεια. Τα κυκλώπεια τείχη πήραν το όνομα τους από την κατασκευή τους. Οικοδομημένα από τεράστιους ογκόλιθους, δημιουργούν την εντύπωση ότι μόνο ένας γίγαντας, όπως ένας Κύκλωπας, θα μπορούσε vα σηκώσει τα τεράστια αυτά λιθάρια. Ο χρόνος δεν κατάφερε να τα αφανίσει, με αποτέλεσμα να γίνουν πόλος έλξης για τους αρχαιοδίφες του 18ου αιώνα. Εικονα - Οδύνη χαραγμένη στα πρόσωπα των Μυκηναίων. Σε οστά κατοίκων της πόλης βρέθηκαν σημάδια αρθρίτιδας. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ χρησιμοποίησαν κρανία του 16ου αιώνα για να φτιάξουν ομοιώματα. JAMES L. STANFIELD/MANCHESTER MUSEUM, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΟΥ ΜΑΝΤΣΕΣΤΕΡ/NG
Οι συνθήκες που επικρατούσαν τότε -δεν υπήρχε ακόμα ελληνικό κράτος εξαιτίας της τουρκικής κατοχής-επέτρεψαν στο λόρδο Έλγιν, στο Βελή πασά του Ναυπλίου και στο λόρδο Σλάιγκο να λεηλατήσουν ανενόχλητοι το θολωτό τάφο το "Θησαυρό του Ατρέα». Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1830), το 1837 ο χώρος των Μυκηνών τέθηκε υπό την επίβλεψη της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ενώ το 1841 ξεκίνησαν οι ανασκαφικές έρευνες από τον Κ. Πιττάκη, που καθάρισε το θησαυρό του Ατρέα, αποκάλυψε την «πύλη των λεόντων» και ασχολήθηκε με το θολωτό «τάφο της Κλυταιμνήστρας».
Το διάστημα από το 1874 έως το 1877 πραγματοποίησε ανασκαφές ο Ερρίκος Σλίμαν στον Ταφικό Κύκλο Α, υπό την επίβλεψη του Π.Σταματάκη. Τα έτη 1884 έως 1957 τα νεκροταφεία και τα ανάκτορα ανέσκαψαν σταδιακά ο Χ.Τσούντας (1884-1902), ο Δ,Ευαγγελίδης (1909), ο Ρόουζγουαλτ (G.Rosewaldt) (1911), Α.Κεραμόπουλος (1917) και ο Γουέις A.J.B.Wace (1920-1923, 1939, 1950-1957). Παράλληλα, ανασκαφικές εργασίες διεξήχθησαν από το 1952 έως το 1955 στον Ταφικό Κύκλο Β, από τους Ι.Παπαδημητρίου και Γ.Μυλωνά Το 1959 οι ανασκαφές της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής, υπό την εποπτεία του λόρδου Τέιλορ (W.Taylor), έφεραν στο φως το θρησκευτικό κέντρο. Από το 1998 η Ομάδα Εργασίας Συντήρησης Μνημείων Επιδαύρου ανέλαβε το έργο «Συντήρηση-Στερέωση-Ανάδειξη των Μνημείων της Ακρόπολης Μυκηνών και του Ευρύτερου Περιβάλλοντος Χώρου», το οποίο πέρασε στη δικαιοδοσία της Επιτροπής των Μυκηνών του Υπουργείου Πολιτισμού το 1999. Εικόνα - Ο Ερρίκος Σλίμαν άρχισε την ανασκαφή που τον οδήγησε στα ταφικά συμπλέγματα και στην ανακάλυψη του Ταφικού Κύκλου, κοντά στην Πύλη των Ελεόντων, τον Αύγουστο του 1876 LOCK & WHITEFIELD/THE PRINT COLLECTOR/VISUAL PHOTOS
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΜΥΚΗΝΩΝ
Τα αρχαιολογικά μνημεία των Μυκηνών ανάγονται χρονολογικά στην περίοδο 1350-1200 π.Χ. Το 1200-1100 π,Χ. τα μυκηναϊκά ανάκτορα καταστράφηκαν αρχικά από ισχυρό σεισμό και στη συνέχεια από πυρκαγιά. Η πόλη περιλάμβανε την ακρόπολη, η οποία ήταν οχυρωμένη από τα κυκλώπεια τείχη -είδος οχύρωσης που εμφανίστηκε το 14ο-15ο αι. Π.Χ., με στόχο να γίνουν οι μυκηναϊκοί οικισμοί απόρθητοι-, ενώ έξω από αυτή, στα δυτικά, βρίσκονταν τα νεκροταφεία και οι οικισμοί. Στα δυτικά της ακρόπολης υπήρχε ο Ταφικός Κύκλος Β με 14 λακκοειδείς τάφους, από τους οποίους ήρθαν στο φως πλούσια κτερίσματα και επιτύμβιες στήλες. Στην ίδια περιοχή ανακαλύφθηκαν και τέσσερις θολωτοί τάφοι μνημειώδους μορφής, μεταξύ των οποίων και ο λεγόμενος Θησαυρός του Ατρέα και ο "τάφος της Κλυταιμνήστρας". Στα δυτικά του εσωτερικού του τείχους βρισκόταν ο Ταφικός Κύκλος Α, ο οποίος περιλάμβανε έξι βασιλικούς λακκοειδείς τάφους, ενώ στα νότια απλωνόταν το θρησκευτικό κέντρο.
Εικόνα - Πολύτιμο μέταλλο για μια νεκρική μάσκα (πάνω). Ρυτόν για σπονδές σε σχήμα λεοντοκεφαλής (δεξιά). Χρυσό κάλυμμα νεκρού νηπίου. Πλουσιότατα κτερίσματα από τον Ταφικό Περίβολο Α, που έφερε στο φως το 1876 ο Σλίμαν, έχοντας ήδη ανακαλύψει τα ερείπια της Τροίας. JAMES L. STANFIELD/ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Η κύρια είσοδος της ακρόπολης ήταν στα βορειοδυτικά και κοσμούνταν από την Πύλη των Λεόντων. Το γλυπτό, που έδωσε το όνομα του στην πύλη, είναι του 1250 π.Χ. και αποτελεί το πρώτο δείγμα μνημειώδους γλυπτικής στην Ευρώπη. Η πρόσβαση στο ανάκτορο, το οποίο βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο, γινόταν μέσω ενός κεκλιμένου κατά 20% επιπέδου. Το ανάκτορο περιλάμβανε τη μεγάλη αυλή, τον ξενώνα και το μυκηναϊκό μέγαρο. Το μυκηναϊκό μέγαρο απαρτιζόταν από τρία μέρη: την αίθουσα, τον πρόδομο και το δόμο, που αποτελούσε την αίθουσα του θρόνου. Υπήρχαν ακόμα χώροι αποθήκευσης και εργαστήρια. Στη βορειοανατολική πλευρά του τείχους ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κατασκευή της υπόγειας κρήνης, της οποίας η τοιχοδομία είναι κυκλώπεια. Στέγασαν, λοιπόν, μία πηγή νερού, κάτω από το έδαφος, έτσι ώστε σε περίπτωση μακρόχρονης πολιορκίας να έχουν εξασφαλίσει το βασικότερο ζωτικό εφόδιο, το νερό.
Οι Μυκήνες από το 1999 συμπερηλήφθηκαν στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, που έχει ως στόχο να αναδείξει και να διαφυλάξει μνημεία των οποίων η σημασία είναι παγκόσμιου βεληνεκούς.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ
Στην κορυφή της κοινωνικής πυραμ σας βρισκόταν ο άναξ (ή Wanax στη μυκηναϊκή γλώσσα, όπως διαβάστηκε σε επιγραφές Γραμμικής Β), αξίωμα που στηριζόταν στην κληρονομική διαδοχή, από τον πατέρα στο γιο. Αυτός κατείχε τεράστιες εκτάσεις γης και είχε νομοθετική, διοικητική και θοησκευτική εξουσία. Η κοινωνική ιεραρχία καθοριζόταν σε μεγάλο βαθμό από ένα αυστηρό σύστημα γαιοκτησίας. Έτσι, αμέσως μετά τον άνακτα βρισκόταν η τάξη των αυλικών. Σε αυτούς ανήκαν κατά σειρά ο αρχηγός του στρατού -κατά τον Όμηρο- (lawagolas) και οι ιππείς (equeta), που ήταν στρατιωτικοί βασιλικοί ακόλουθοι.
Ακολουθούσε το ιερατείο με τους τελεστές (telestas), οι οποίοι, όπως υποδεικνύει και η λέξη, ήταν θρησκευτικοί υπάλληλοι, που κατοικούσαν στο θρησκευτικό κέντρο (Pakijane) και, σύμφωνα με την κατοχή γης, βρίσκονταν αμέσως μετά τον lawagetas. Στο ιερατείο ανήκαν επίσης ιέρειες και ιερείς, που ήταν επικεφαλής των θρησκευτικών τελετών και διαχειρίζονταν τις περιουσίες των ιερών.
Οι δήμοι-διοικητικές επαρχίες (damo) λειτουργούσαν με ιεραρχική σειρά: ο βασιλιάς (qasireu), ο οποίος ήταν τοπικός αρχηγός επαρχίας, οι τοπικοί άρχοντες (koretai) και οι υπάλληλοι των δήμων που ήταν διορισμένοι από το βασιλιά (damokoro). Τελευταία ήταν η τάξη των δούλων (doera), που δούλευαν για ιδιώτες ή για τα ανάκτορα.
Ο μυκηναϊκός πολιτισμός ήταν φανερά επηρεασμένος από τον μινωικό σε πολλούς τομείς, όπως η θρησκεία, η τέχνη και η οικονομία. Ωστόσο, αν και στην αρχή ακολούθησε τα μινωικά πρότυπα σχεδόν κατά πόδας, στη συνέχεια διαμόρφωσε τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αφήνοντας τη μυκηναϊκή σφραγίδα ανεξίτηλη στο χρόνο. Αυτό οφειλόταν στο ότι οι Μυκήνες ήταν δέκτης καταιγιστικών επιθέσεων, όπως μαρτυρεί και η κυκλώπεια οχύρωση σε αντίθεση με τη μινωική Κρήτη όπου επικρατούσαν ειρηνικές συνθήκες διαβίωσης. Η συνεχόμενη απειλή διαμόρφωσε έναν πιο αυστηρό, πιο απόλυτο και πιο συντηρητικό μυκηναϊκό πολιτισμό, με άμεση επίδραση, όπως ήταν φυσικό, σε όλους τους τομείς του.
ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Οι πρώτες πληροφορίες που έχουμε για τη μυκηναϊκή λατρεία τοποθετούνται χρονικά στην εποχή των λακκοειδών τάφων (1750-1500 π.Χ.). Ωστόσο, η θρησκεία απέκτησε σταθερή μορφή από το 1400 μέχρι το 1060 π.Χ. Θρησκευτικά οικοδομήματα δεν έχουν σωθεί, εκτός απά το «θρησκευτικά κέντρο» που βρίσκεται στις Μυκήνες. Οι τελετουργίες (δεήσεις, θυσίες, πομπές, τελετουργικοί χώροι) γίνονταν στη φύση, σε πρόχειρες κατασκευές. Οι θεότητες στις οποίες πίστευαν οι Μυκηναίοι, σύμφωνα με τις επιγραφές των πινακίδων που σώζονται, ήταν ο Δίας (di-we), η Ήρα (e-ra), ο Ερμής (e-ma-a). ο Αρης (a-re), ο Ποσειδώνας (po-se-da-o-ne). ο Διόνυσος {di-wo-mi-so). ο Απόλλωνος (a-pe-ro), οι οποίοι προέρχονταν από το ελληνικό δωδεκάθεο. Στη μυκηναϊκή τέχνη συχνά συναντάται και μια γυναικεία μορφή -η οποία σχετίζεται με τη «μητέρα θέα» των Μινωιτών-, η Πότνια. που παρουσιάζεται με διάφορες μορφές ως Πότνια Θηρών ή ως Πότνια Αθηνά (a-ta-na-po-ti-ni-ja). Τα βασικά λατρευτικά αντικείμενα των Μυκηναίων ήταν μικρά χειροποίητα ανθρωπόμορφα ειδώλια από πηλό σε σχήμα Φ και Ψ (ανάλογα με τη στάση που είχαν κάθε φορά τα χέρια τους, μαζεμένα στο στήθος ή προτεταμένα ψηλα προς τον ουρανό). Σημαντικό ρόλο στις θρησκευτικές τελετουργίες έπαιζε η μουσική, η οποία μέσω των ύμνων διαμόρφωνε το θρησκευτικό συναίσθημα και ταυτόχρονα κάλυπτε τους ανεπιθύμητους ήχους των θυσιών.
Αρκετά στοιχεία έχουμε στη διάθεση μας για τα ταφικά έθιμα και ιδίως για την ταφική αρχιτεκτονική. Οι τρεις τύποι ταφών που επικρατούσαν ήταν: 1.ο λακκοειδής, 2.ο λαξευτός θαλαμοειδής και 3.ο θολωτός. Μέσα στους τάφους τοποθετούσαν κτερίσματα, δηλαδή κοσμήματα, όπλα, αγγεία, εργαλεία και λατρευτικά αντικείμενα.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η οικονομία στη μυκηναϊκή κοινωνία ακολούθησε ανοδική πορεία από την εποχή των λακκοειδών τάφων, όταν το εμπόριο άρχισε να ακμάζει. Το 14ο αιώνα π.Χ. απέκτησε αυστηρά συγκεντρωτικό χαρακτήρα, όταν χτίστηκαν τα ανάκτορα που αποτέλεσαν το κέντρο της οικονομικής διοίκησης. Το ανάκτορο λειτουργούσε: α. ως κέντρο συγκέντρωσης και αναδιανομής του αγροτικού πλεονάσματος, β. ως κέντρο επίβλεψης και διαχείρισης των αγροτικών περιφερειών, γ. ως κέντρο ελέγχου του διεθνούς εμπορίου. Το μυκηναϊκό εμπόριο επεκτάθηκε από την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο έως την Κάτω Ιταλία και τη Σικελία, περιορίζοντας σιγά σιγά την εμπορική επικράτηση των Μινωιτών. Τα προϊόντα που εισήγαγαν ήταν ελεφαντόδοντο από την Αίγυπτο και τη Συρία, χαλκός από την Κύπρο, κασσίτερος από τη Βρετανία ή το Αφγανιστάν, ορεία κρύσταλλο από την Κύπρο. Τα εξαγώγιμα προϊόντα ήταν κυρίως το ελαιόλαδο, το αρωματικό λάδι, το κρασί, η ξυλεία, τα βιοτεχνικά προϊόντα -κυρίως όπλα-, καθώς και μισθοφόροι τους οποίους συχνά έστελναν σε ξένες χώρες και σε αντάλλαγμα αγόραζαν δούλους.
ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ
Η μυκηναϊκή τέχνη μέχρι το 1400 π.Χ. ήταν βαθιά επηρεασμένη από τη μινωική. Στη συνέχεια οι Μυκηναίοι διαμόρφωσαν την τέχνη τους σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά του πολιτισμού τους. Στις τοιχογραφίες ακολουθούσαν την τεχνική της νωπογραφίας (οι ζωγραφικές συνθέσεις ζωγραφίζονταν πάνω σε νωπό άσβεστοκονίαμα). Εικόνα Η τοιχογραφία της περίφημης "Μυκηναίας", που σώθηκε από τη μυστηριώδη κατάρρευση της πόλης περίπου στο 1200 π.Χ. JAMES L.STANFIELD/NG. Στα εργαστήρια είχαν αναπτυχθεί ακόμα οι τέχνες της κεραμικής, της υφαντικής, της ελεφαντουργίας (κατασκευή αντικειμένων από την κατεργασία χαυλιοδόντων ελεφάντων και δοντιών ιπποπόταμου), της λιθοτεχνίας, της σφραγιδογλυφίας, της μεταλλοτεχνίας και της γλυπτικής. Η επίσημη μυκηναϊκή γραφή, στην οποία είναι γραμμένες οι επιγραφές των πινακίδων που σώθηκαν, ήταν η Γραμμική Β. Η γραφή αυτή αποκρυπτογραφήθηκε το 1952 από τους Βέντρις (M.Ventris) και Τσάντγουικ (J.Chadwick), οι οποίοι με έκπληξη διαπίστωσαν ότι τα συλλαβογράμματα της Γραμμικής Β σχημάτιζαν λέξεις που είχαν πολλές ομοιότητες με τις ελληνικές. Τα κείμενα που βρέθηκαν γραμμένα στις πήλινες πινακίδες ήταν κυρίως απογραφές αποθηκών.
Από την εγκυκλοπαίδεια ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
Κ.Παπαρρηγόπουλου - National Geographic
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: HELLASONTHEWEB.ORG
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχολιά σας να ειναι περιεκτικά και ευπρεπή. Για την καλύτερη επικοινωνία δώστε ψευδώνυμο.
Προτιμάτε την ελληνική γραφή κι όχι την λατινική (κοινώς greeklish).Υβριστικά και μη ευπρεπή σχόλια θα διαγράφονται ή δεν θα δημοσιεύονται.