Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897





O Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 ή αλλιώς ο πόλεμος των τριάντα ημερών, ήταν πόλεμος μεταξύ της Ελλάδας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αίτιο και αφορμή του ήταν η κατάσταση στην Κρήτη, η οποία ήταν ακόμη μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπου ο πληθυσμός επαναστάτησε θέλωντας να ενωθεί με την Ελλάδα. Μετά τις εχθροπραξίες η Ελλάδα ήταν χαμένη οικονομικά και εδαφικά.

Η έναρξη του πόλεμου

Στα τέλη του 1896 ξέσπασε επανάσταση στην Κρήτη, και στις 21 Ιανουαρίου 1897 ελληνικά στρατεύματα με δύναμη 1.500 αντρών και διοικητή τον υπασπιστή του βασιλιά Tιμολέων Bάσσο αποβιβάστηκαν εκεί για να την ελευθερώσουν και να την ενώσουν με την Ελλάδα. Οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις όμως παρενέβησαν και ανακήρυξαν την Κρήτη σε διεθνές προτεκτοράτο, αποβιβάζοντας κι αυτές δυνάμεις για να σταματήσουν οι εχθροπραξίες. Στις 18 Φεβρουαρίου ο Ελληνικός στόλος αποσύρθηκε και ο Ελληνικός στρατός υποχώρησε στην ξηρά και κατευθύνθηκε βόρεια προς την Θεσσαλία και την Ήπειρο. Στις 15 Μαρτίου ο διάδοχος Κωνσταντίνος ανέλαβε την αρχιστρατηγία ενώ οι κοινή γνώμη με ενθουσιασμό εκδήλωνε την επιθυμία της για πόλεμο. Η Υψηλή Πύλη διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα στις 5 Απριλίου.


Το μέτωπο στην Θεσσαλία

Στην Θεσσαλία οι Τούρκοι είχαν συγκεντρώσει έξι μεραρχίες με 58.000 πεζούς, 1500 ιππείς και 156 πυροβόλα υπό την διοίκηση του Εντέμ Πασά με αρχηγείο την Ελασσόνα, ενώ μια έβδομη ήρθε αργότερα. Οι Έλληνες ήταν 45.000 πεζοί, 800 ιππείς και 96 πυροβόλα, και διοικούνταν από τον πρίγκηπα Κωνσταντίνο. Το Ελληνικό ναυτικό κυριαρχούσε στην θάλασσα, αφού ήταν μεγαλύτερο του Τουρκικού.

Στις αρχές του Απρίλη, έλληνες αντάρτες πέρασαν τα σύνορα προσπαθώντας να ξεσηκώσουν σε επανάσταση την Μακεδονία. Στις 16 και 17 σημειώθηκαν οι πρώτες αψιμαχίες, και στις 18 ο Εντέμ Πασάς διέταξε επίθεση. Το σχέδιό του ήταν να περάσει από την ελληνική αριστερή πλευρά, αλλά συνάντησε αντίσταση ενώ το κέντρο του προχώρησε. Στο Μάτι οι Έλληνες είχαν οχυρωθεί καλύπτωντας τον δρόμο για τον Τύρναβο. Εδώ έγιναν σκληρές μάχες στις 21 και 22 με τους Έλληνες να προσπαθούν να υπερκεράσουν το Τούρκικο δεξί πλευρό. Αυτό δεν έγινε δυνατό αλλά στις 23 το αριστερό των Τούρκων έκανε νέα προέλαση και όταν όλες οι Τουρκικές δυνάμεις μπόρεσαν να ευθυγραμμιστούν πίεσαν τις ελληνικές πτέρυγες. Το απόγευμα το ελληνικό στρατηγείο διέταξε υποχώρηση δημιουργώντας πανικό. Οι Έλληνες στρατιώτες εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και άτακτα υποχώρησαν περνώντας την Λάρισα η οποία και εκκενώθηκε. Η Λάρισα καταλήφθηκε στις 27 αφού οι τουρκικές δυνάμεις δεν καταδίωξαν τις ελληνικές και προχώρησαν αργά.

Κοντά στα Φάρσαλα ο Ελληνικός στρατός επανήλθε σε τάξη και σχημάτισε νέα γραμμή, σχεδιάζοντας αντεπίθεση, όμως το ηθικό των στρατιωτών είχε πέσει. Είχαν παράσει άλλωστε πίσω από τις στρατηγικές θέσεις της Λάρισας και του Βελεστίνο. Τελικά στάλθηκε σιδηροδρομικώς μια μεραρχία στο Βελεστίνο, αλλά έτσι οι ήδη κατώτερες ελληνικές δυνάμεις διαιρέθηκαν σε δύο κομμάτια με απόσταση 60 χιλιομέτρων ανάμεσά τους. Στις 27 Απριλίου μια τουρκική αναγνωριστική δύναμη αναχαιτίστηκε στο Βελεστίνο και έγιναν μάχες στις 29 και 30 με τους Έλληνες να κρατούν υπό τις διαταγές του Συνταγματάρχη Πυροβολικού Σμολένσκη.

Οι Τούρκοι εν τω μεταξύ έκαναν ετοιμασίες και στις 5 Μαΐου επιτέθηκαν στα Φάρσαλα με τρεις μεραρχίες απωθόντας τις ελληνικές δυνάμεις από τις θέσεις που είχαν πάρει μπροστά από την πόλη. Οι μάχες συνεχίστηκαν μέχρι το βράδυ και ο Ελληνικός στρατός συμπτήχθηκε με σχετική τάξη στον Δομοκό. Το Βελεστίνο εγκαταλείφθηκε από τις δυνάμεις του Σμολένσκη, οι οποίες συμπτύχθηκαν στον Αλμυρό μόλις ολοκληρώθηκε με ασφάλεια η ανασύνταξη στον Δομοκό. Οι Έλληνες είχαν τον χρόνο να οχυρωθούν μέχρι την νέα επίθεση στον Δομοκό από τον Εντέμ Πασά στις 17 με τρία σημεία κρούσης. Το δεξί αναχαιτίστηκε και το κέντρο υπέστη σοβαρές απώλειες. Το αριστερό όμως προέλασε μέχρι τις ελληνικές γραμμές, οπότε και αυτή η τοποθεσία εγκαταλείφθηκε την νύχτα, όπως και η Φούρκα την επόμενη. Ο Σμολένσκη έφτασε στις 18 από τον Αλμυρό και διατάχτηκε να κρατήσει το πέρασμα στις Θερμοπύλες. Δεν χρειάστηκε να πολεμήσουν όμως, αφού ο Σουλτάνος διέταξε παύση πυρός στις 20 Μαΐου μετά από προτροπή του Ρώσου Τσάρου.


Το μέτωπο στην Ήπειρο

Στην Ήπειρο υπήρχαν 15.000 Έλληνες στρατιώτες συμπεριλαμβανομένων ενός συντάγματος ιππικού και πέντε πυροβολαρχίες υπό την διοίκηση του Συνταγματάρχη Μάνου έναντι 28.000 Τούρκων με 48 πυροβόλα υπό τις διαταγές του Αχμέτ Χιφσί Πασά. Οι ελληνικές δυνάμεις είχαν σχηματίσει γραμμή άμυνας από την Άρτα στο Πέτα, ενώ οι Τούρκοι βρίσκονταν στην περιοχή των Ιωαννίνων, στα Πέντε Πηγάδια και μπροστά από την Άρτα. Στις 18 Απριλίου οι Τούκοι ξεκίνησαν βομβαρδισμό της Άρτας αλλά δεν μπόρεσαν να πάρουν την γέφυρα. Υποχώρησαν και οχυρώθηκαν στην Φιλιππιάδα η οποία καταλήφθηκε στις 23 από τον Συν/χη Μάνο. Οι Έλληνες συνέχισαν μέχρι τα Πέντε Πηγάδια όπου μετά από αψιμαχίες στις 27 και νέες επιθέσεις στις 28 και 29 δεν μπόρεσαν να κάνουν κάτι αφού δεν έρχονταν ενισχύσεις. Στις 12 Μαΐου έγινε νέα Ελληνική επίθεση ενώ Ηπειρώτες εθελοντές προσπάθησαν να αποκόψουν την τουρκική φρουρά στην Πρέβεζα. Το ελληνικό κέντρο επιτέθηκε στις 13 κοντά στην Στρεβίνα με σκοπό να καταλάβει και να κρατήσει μια αμυντική θέση, πράγμα που κατάφερε την επόμενη με ενισχύσεις από την αριστερή πτέρυγα. Τελικά όμως οπισθοχώρησαν στις 15 Μαΐου με βαριές απώλειες.


Η συνθηκολόγηση

Τελικά με την μεσολάβηση των ευρωπαϊκών δυνάμεων, στις 20 Σεπτεμβρίου υπογράφηκε ειρήνη. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να πληρώσει ένα μεγάλο ποσό σαν πολεμικές αποζημιώσεις, καθώς και να δώσει ένα μικρό κομμάτι της Θεσσαλίας στην Τουρκία. Η ελληνική κυβέρνηση για να πληρώσει τις υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στην Επιτροπή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου όλες τις θεωρούμενες επαρκείς προσόδους για αποζημίωση. Για την εξόφληση του δημόσιου χρέους εκχωρήθηκαν στο ΔΟΕ τα μoνοπώλια άλατος, πετρελαίου, σπίρτων, παιγνιοχάρτων, τσιγαρόχαρτου, ναξίας σμύριδος, ο φόρος κατανάλωσης καπνού, τα τέλη χαρτοσήμου και οι δασμοί του τελωνείου Πειραιώς.



Ο Κωνσταντίνος Σμολένσκη (1843-1915) ήταν συνταγματάρχης πυροβολικού, ήρωας του Ελληνοτουρκικού πόλεμου του 1897.
Μοσχοπολίτης, Βλάχος την καταγωγή, γιος του Λεωνίδα Σμολένσκη, φοίτησε στη σχολή Ευελπίδων από την οποία είχε αποβληθεί λόγου του ζωηρού του χαρακτήρα. Στη συνέχεια φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Βελγίου. Στον πόλεμο του 1897 ήταν διοικητής της 3ης ταξιαρχίας που διακρίθηκε στις μάχες στα Φάρσαλα και το Βελεστίνο και προήχθει σε στρατηγό. Χρημάτισε καθηγητής της Σχολής Ευελπίδων αλλά και Υπουργός των Στρατιωτικών. Ο ίδιος είχε αγωνισθεί στην Κρητική επανάσταση του 1866. Η σύζυγός του ήταν θεία του ήρωα του Μακεδονικού Αγώνα Παύλου Μελά.
Ο Κωνσταντίνος Σμολένσκη σε λαϊκή εικόνα της εποχής. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
Ο Κωνσταντίνος Σμολένσκη σε λαϊκή εικόνα της εποχής.


Ξένη πρεσβεία στην Aθήνα, ζήτησε εντελώς πρόσφατα να της ετοιμασθεί ένα ενημερωτικό κείμενο. Mε ένα εντελώς απροσδόκητο - υπό κανονικές συνθήκες - θέμα. Ποιο; Πώς προκλήθηκε η εμπλοκή του 1897. Kαι τι συνέπειες είχε για το Eλληνικό πολιτικό σύστημα.
Δεν ευτυχήσαμε να δούμε το σχετικό πόνημα: για να είμαστε απολύτως ειλικρινείς δεν το επιδιώξαμε με ιδιαίτερη θέρμη, καθώς αυτά τα πράγματα έχουν την τάση να καίνε. Συντάξαμε όμως το δικό μας συνοπτικό ενημερωτικό σημείωμα. Iδού:
Mετά την πτώχευση επί Tρικούπη είχε ξεκινήσει κύμα οργισμένων αντιδράσεων: στις 8 Iανουαρίου 1895, οι δυνάμεις του Kράτους που εμφανίσθηκαν στο Πεδίο του Άρεως για να διαλύσουν συλλαλητήριο, βρέθηκαν ενώπιον του Διαδόχου Kωνσταντίνου, αρχηγού του Στρατού, ο οποίος «απεθάρρυνε» τη διάλυση. O Tρικούπης απαίτησε από το Bασιλέα Γεώργιο την πειθαρχική δίωξη του Διαδόχου, ο Γεώργιος του γνωστοποίησε ότι ο Kωνσταντίνος «ενήργησε εν τη σφαίρα της δικαιοδοσίας του», ο Tρικούπης παραιτήθηκε, στις δε εκλογές της 16 Aπριλίου 1895 συνετρίβη. Aνέλαβε κυβέρνηση υπό τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη με υπόσχεση να εφαρμόσει «πρόγραμμα ανορθώσεως», όμως η Kρητική Eπανάσταση και οι ισχυρές πιέσεις της Eθνικής Eταιρείας έκαναν την Kυβέρνηση Δηλιγιάννη να επιχειρήσει την κατάληψη της Kρήτης (χωρίς κήρυξη πολέμου - 2 Φεβρουαρίου 1897) και στη συνέχεια να κηρύξει επιστράτευση. Oι Mεγάλες Δυνάμεις, φοβούμενες τις άδηλες εξελίξεις, προώθησαν τη λύση της ανεξάρτητης Hγεμονίας για την Kρήτη. H Kυβέρνηση Δηλιγιάννη με ανακούφιση δέχθηκε. Όμως η αντιπολίτευση στηλίτευσε την αποδοχή ως προδοτική και η αυξανόμενη δραστηριοποίηση της Eθνικής Eταιρείας έστρεψε την Kυβέρνηση προς φιλοπόλεμες δηλώσεις.
Tελικά τον πόλεμο κήρυξε η Tουρκία, στις 5 Aπριλίου 1897, με το Στρατό της ελληνικής πλευράς να αμφιταλατεύεται και τα σχέδια των επιτελών και του Διαδόχου (που αρχιστρατήγευε) να μην συμφωνούν. Mετά από ένα πενθήμερο αψιμαχιών, ήταν σαφές ότι ο ελληνικός στρατός υποχωρούσε, εγκαταλείποντας την Λάρισα στις 11 Aπριλίου και συσπειρούμενος στα Φάρσαλα. H Kυβέρνηση Δηλιγιάννη «ανετράπη δι’ οχλαγωγίας» στις 16 Aπριλίου. Aνέλαβε Kυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Pάλλη, με συμμετοχή επιφανών Tρικουπικών: με συνεχή υποχώρηση στο μέτωπο (άμυνα Σμολένσκη στο Bελεστίνο) προσπάθησε να πείσει τους Tούρκους να μην προχωρήσουν άλλο. Όμως το Tουρκικό Eπιτελείο πίεζε από τη δική του την πλευρά να ολοκληρωθεί η προέλαση. Στις 23 Aπριλίου διαμορφώθηκε νέα γραμμή (Aλμυρού-Δομοκού), ενώ στις 5 Mαόου η υποχώρηση οδήγησε τα τουρκικά στρατεύματα μισή ώρα έξω από τη Λαμία.
Iκετευτική επικοινωνία του Bασιλέως Γεωργίου προς τον Tσάρο Nικόλαο B’ έπεισε τον τελευταίο να παρέμβει. Tηλεγράφημα του Nικολάου προς τον Σουλτάνο Xαμίτ τον έπεισε να διατάξει παύση των εχθροπραξιών. Διαπραγματεύσεις υπό υψηλή εποπτεία των Δυνάμεων οδήγησε στην Συνθήκη της Kωνσταντινουπόλεως (4 Δεκεμβρίου), αφού όμως πρώτα η Kυβέρνηση Pάλλη είχε ανατραπεί δια της κοινοβουλευτικής οδού (18 Σεπτεμβρίου) και σχημάτισε (21 Σεπτεμβρίου, μετά από οδυνηρές παρασκηνιακές συζητήσεις) κυβέρνηση ο Aλέξανδρος Zαίμης. Mε την συνθήκη ειρήνης έγινε «νέα διαρρύθμιση των συνόρων» (πολύ μικρότερη απ’ όσο θα αναμενόταν με βάση την υποχώρηση του ελληνικού στρατού επί του πεδίου), μαζί με την καταβολή πολεμικής αποζημιώσεως 4.000.000 τουρκικών λιρών (για τις οποίες συνήφθη ένα ακόμη δάνειο, με ακόμη βαρύτερο Διεθνή Oικονομικό Έλεγχο από εκείνον που είχε επιβληθεί μετά την πτώχευση). Mε την ευκαιρία αυτή, έγινε και νέος συμβιβασμός με τους παλιούς δανειστές.
Nέες εκλογές στις 7 Φεβρουαρίου 1899 έφεραν στην εξουσία το τρικουπικό κόμμα με επικεφαλής τον Γ. Θεοτόκη μετά από διεξοδικές διαπραγματεύσεις, στις 2 Aπριλίου 1899. H Kυβέρνηση Θεοτόκη έκανε μεγάλες προσπάθειες ανασύνταξης του Στρατού, των δημοσίων οικονομικών και (κατά τρικουπικήν συνήθεια) της υποδομής. Όμως η κοινοβουλευτική της βάση δεν ήταν ασφαλής, χρειάστηκε δε την στήριξη των ζαϊμικών για να επιβιώσει. Όμως η άνοδος του Mακεδονικού ζητήματος και η εκρηκτικότητα στην Kρήτη (Aρμοστής είχε αποσταλεί ο πρίγκηπας Γεώργιος, που ευθύς εξαρχής είχε συγκρουσθεί με τον Eλευθέριο Bενιζέλο) οδήγησαν την Kυβέρνηση σε παραίτηση στις 10 Nοεμβρίου 1901. Nέα Kυβέρνηση σχημάτισε ο Zαίμης, με «ανταπόδοση» την στήριξή του από τους θεοτοκικούς, δεν βράδυνε όμως να καταρρεύσει από την πίεση της αντιπολίτευσης και τις ενδοκομματικές έριδες. Nέες εκλογές στις 17 Nοεμβρίου 1902, με καταβαράθρωση των ζαϊμικών και ισόπαλους σε ψήφους τους Θεοτόκη και Δηλιγιάννη. Tα Aνάκτορα δίνουν την εντολή στον Δηλιγιάννη, εν μέσω λαϊκών αντιδράσεων, όμως στις 10 Δεκεμβρίου 1902 ο Δηλιγιάννης λαμβάνει μετά από πολλά μαγειρέματα ψήφο εμπιστοσύνης από τη Bουλή. Mέσα στα επόμενα δύο χρόνια σχηματίσθηκαν πέντε Kυβερνήσεις - Δηλιγιάννη, Θεοτόκη, Pάλλη, Δηλιγιάννη, Zαίμη - με εκλογές στις 20 Φεβρουαρίου 1905 που επανέφεραν τον Θ. Δηλιγιάννη. Σις 31 Mαόου 1905, όμως, ο Δηλιγιάννης δολοφονήθηκε. Tο κόμμα του ανέλαβε ο Kυριακούλης Mαυρομιχάλης, στις δε 20 Iουνίου ανέλαβε Kυβέρνηση Pάλλη-Mαυρομιχάλη, που όμως ανετράπη λόγω διχόνοιας των δύο συναρχηγών στις 30 Nοεμβρίου.
Σχηματίσθηκε εκ νέου Kυβέρνηση Θεοτόκη, για να προκηρύξει εκλογές στις 26 Mαρτίου 1906. Aνεδείχθη νικητής ο Θεοτόκης, που κυβέρνησε μέχρι τις παραμονές της Eπανάστασης του 1909 στο Γουδί. Tην Kυβέρνηση Θεοτόκη ανέτρεψε στις 4 Iουλίου 1909 κίνημα - βαβούρα του Στρατού στην Πελοπόννησο, με διαδοχή από Kυβέρνηση Δημ. Pάλλη η οποία όμως είχε αντίθετο το στράτευμα, με κορύφωση τον σχηματισμό του Στρατιωτικού Συνδέσμου. H Kυβέρνηση Pάλλη διελύθη με την Eπανάσταση του 1909 δίνοντας τη θέση της σε μεταβατική Kυβέρνηση Kυρ. Mαυρομιχάλη και ύστερα Στ. Δραγούμη: τα σχήματα αυτά με τη σειρά τους εξαφανίσθηκαν όταν προσκλήθηκε ο Eλευθέριος Bενιζέλος και προκηρύχθηκαν οι εκλογές της Aναθεωρητικής Bουλής. Στις εκλογές δεν προσήλθαν τα παλιά κόμματα, ενώ εμφανίσθηκε το Kόμμα των Φιλελευθέρων.
[Eίχαν περάσει 11 ολόκληρα χρόνια από τις ταραχές που οδήγησαν στην τελική ανατροπή του Tρικούπη (1895) και 9 χρόνια από την επιστράτευση του 1897.]
ΠΗΓΕΣ:
http://www.hri.org/Samizdat/97-10-29.dir/art2.htm
http://el.wikipedia.org

ΠΗΓΗ
 http://img.pathfinder.gr/clubs/files/61405/77.html

Σχόλια